Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Ο Μαρμαράς, η Κούταλη και το Πασαλιμάνι

http://www.youtube.com/watch?v=bQ-XQgS5wPY

Στο τραγούδι περιγράφεται ο πρώτος ξεριζωμός των τριών νησιών του Μαρμαρά τον Ιούνιο του 1915.
Το τραγούδι από την έκδοση " Τα τραγούδια της προσφυγιάς" του πολιτιστικού οργανισμού του Δήμου Καλαμαριάς

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Καιχανάς του παππού του Βάσου στην Κούταλη - από το Αρχείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς Λήμνου

Αρχείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς Λήμνου - Μαρτυρία Μαρίκας Σοφιανού

Κ.Δ.: Στην Κούταλη είχανε σαντάλες ή ήτανε από τα άλλα νησιά; Οι σαντάλες ήτανε κουταλιανές;
Μ.Σ.: Αυτό τώρα δεν το θυμάμαι να σας πω, μόνο ήξερα που φαίν’τανε, αλλά θα ν ήνταν κι απ’ το χωριό, δεν μπορεί. Γιατί ήνταν τα νησιά, είχε νησιά κει κοντά. [.....]
Κ.Δ.: Στην Κούταλη φτιάχνανε, σκαρώνανε, βάρκες, καΐκια;
Μ.Σ.: Βάρκες ναι, όχι καΐκια. Τα καΐκια είχαμε έναν Κουταλιανό στην Πόλη, είχε καρνάγιο και τα τραβούσε και βαπόρια ακόμα. Και στην Κούταλη είχε, καϊχανά τον ελέγανε, απ’ τη δικιά μας τη μεριά, απ’ τα σπίτια μας, βάζαν τις βάρκες το χειμώνα. Αυτό το θυμάμαι. 
Κ.Δ.: Αυτός που έφτιαχνε τις βάρκες στην Κούταλη, θυμόσαστε πώς λεγότανε;
Μ.Σ.: Όχι, εγώ θυμάμαι τον νοικοκύρη που το είχε αυτό το μέρος. Δεν ξέρω. Δεν θυμάμαι.
Κ.Δ.: Θυμόσαστε αυτόν που είχε τον καϊχανά;
Μ.Σ.: Ναι, αυτόν τον θυμάμαι. Τον ελέγανε ο Βάσος ο Μήτρου, ονομαζότανε αυτός που είχε τον καϊχανά.
Κ.Δ.: Στον καϊχανά βάζανε όλοι τις βάρκες τους μέσα;
Μ.Σ.: Ε, ναι, απ’ αυτή την μπάντα. Δεν ξέρω από κει κάτω όταν ήταν και φέρνανε. Αλλά από κει από μας, τις βάζαν όταν ήταν χειμώνας. Είχε καΐκια από μας, βάζανε. Αλλά από κει δεν ξέρω.
Κ.Δ.: Τις βάρκες σε ποιο μέρος τις φτιάχνανε στην Κούταλη, θυμόσαστε;
Μ.Σ.: Δεν ξέρω. Τα καΐκια πού φτιάχναν, κάναν και βάρκες.
Κ.Δ.: Είπατε ότι φτιάχνανε βάρκες στην Κούταλη. Μέσα στο χωριό φτιάχνανε βάρκες;
Μ.Σ.: Όχι. Μόνο τις τραβούσανε, σε λέω, στον καϊχανά. Δεν ξέρω. Δεν φτιάναν βάρκες. Κάθε καΐκι που είχε, είχε και τη βάρκα.
Κ.Δ.: Στην Πόλη που είπατε ότι υπήρχε ένας Κουταλιανός, θυμόσαστε το όνομα αυτουνού που έφτιαχνε τα καΐκια;
Μ.Σ.: Βασιλάκη τον ελέγανε… Όχι τα ’φτιαχνε, αυτός ήταν το καρνάγιο δικό τ’. Τώρα αυτός έβαλε και το χτίσανε; Ήτανε δικό του το καρνάγιο, και πληρωνόντανε.
Κ.Δ.: Βασιλάκη, το επίθετο;
Μ.Σ.: Δεν το θυμάμαι, ήμουνα μικρή. Κι ερχότανε γι αλλαγή κάθε χρόνο η οικογένεια τ’ δίπλα στο σπίτι μας, ήταν δυο αδερφών παιδιά -η γιαγιά μου κι αυτός που ήταν στο άλλο, ήτανε αδέρφια. Κι ερχόταν σ’ αυτόν αυτή η οικογένεια και θυμάμαι που ’χε τέσσερα παιδιά κι έλεγε, τι θα μαγειρέψουμε σήμερα; Το ένα το παιδί τ’ς ήθελε μελιτζάνες, το άλλο ήθελε φασολάκια. Έπιανα και γω, λέει, πάρε το κρέας, πάρε τα φασολάκια, πάρε το κρέας, πάρε μελιτζάνες...Κι έκανα όλα τα παιδιά την καρδιά.